Με ορατό τον κίνδυνο τα νοικοκυριά να βρεθούν αντιμέτωποι από τον επόμενο μήνα με τιμολόγια σε επίπεδα προ του Ιανουαρίου και χωρίς επιδοτήσεις κινητοποίησε τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη που συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η επαναφορά του νόμου για τη φορολογία των ηλεκτροπαραγωγών, για το διάστημα από την 1η Ιουλίου μέχρι και τις 30 Σεπτεμβρίου αποτελεί ένα από τα πιθανά ενδεχόμενα που θα δώσουν τη δυνατότητα να στηθεί ένας «κουμπαράς», καθώς αν συνεχιστούν οι αυξήσεις θα επιστρέψει η ανάγκη επιδοτήσεων ρεύματος.
Στο επίκεντρο πάντως τίθενται οι μεγάλες ενδοημερήσιες αποκλίσεις στις τιμές, οι οποίες άλλωστε έχουν μπει και στο μικροσκόπιο της ΡΑΑΕΥ. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι χθες με τη μέση τιμή στα 191 ευρώ/MWh, η χαμηλότερη τιμή ήταν στα 60 ευρώ/MWh ενώ η ανώτατη τιμή της MWh ήταν τα 600,01 ευρώ στις 21:00 και στις 20.00 στα 600 ευρώ ανά MWh. Ενώ και σήμερα με τη μέση τιμή να έχει μειωθεί στα 176,33 ευρώ οι αποκλίσεις είναι μεγάλες με τη χαμηλότερη στα 53,12 ευρώ/MWh και την υψηλότερη στις 21.00 στα 650 ευρώ.
Το πρόβλημα πυροδότησαν οι υψηλές θερμοκρασίες και σειρά βλαβών στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στα δυτικά Βαλκάνια αλλά και την Κεντρική Ευρώπη. Σημαντικό ρόλο παίζει η μείωση της μεταφορικής ικανότητας μεταξύ της Ουγγαρίας και της υπόλοιπης Ευρώπης, αλλά και μεταξύ Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Επίσης την όλη κατάσταση έχει επιδεινώσει η καθυστέρηση στην επαναλειτουργία 1.000 MW από τον πυρηνικό σταθμό του Κοζλοντούι στη Βουλγαρία, η μείωση σε σχέση με το παρελθόν της παραγωγής από ανθρακικούς σταθμούς στην ευρύτερη περιοχή αλλά και τη μεταστροφή της Ουκρανίας από εξαγωγέα ενέργειας σε εισαγωγέα.
Όλα αυτά ισχύουν για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και προφανώς επηρεάζουν την ελληνική αγορά η οποία είναι διασυνδεδεμένη μέσω της Βουλγαρίας και εντάσσεται στο ντόμινο των υψηλών τιμών της περιοχής.
Και η ανησυχία στην κυβέρνηση ότι τον Αύγουστο η τιμή της κιλοβατώρας στο πράσινο τιμολόγιο θα ξεπεράσει τα 17 λεπτά φέρνει προ των πυλών το σχέδιο για επιδοτήσεις.
Όπως ανέφερε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, η Κυβέρνηση κοιτάει όλα τα δεδομένα και όλες τις παραμέτρους και ειδικά για το ζήτημα της ακρίβειας στο ρεύμα, της ενεργειακής κρίσης έχει λάβει και μέτρα που συναρτήσει του ΑΕΠ της Ελλάδας είναι τα πιο υποστηρικτικά για νοικοκυριά και επιχειρήσεις από οποιαδήποτε άλλη χώρα, αυτό δεν αμφισβητείται και λόγω του άλλου θέματος, το οποίο απάντησα και πριν προκύπτουν και τα συγκεκριμένα στοιχεία.
«Από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο λέμε και το έχουμε παραθέσει με στοιχεία, είναι ότι τους τελευταίους μήνες οι τιμές ρεύματος σε σχέση με τον Δεκέμβριο του ΄23 ή τον Ιανουάριο του ΄24 που ξεκίνησε αυτή η νέα πολιτική των πολύχρωμων τιμολογίων, φαίνεται ότι έχουμε φτάσει στα επίπεδα πριν από την έναρξη εφαρμογής και μάλιστα συγκριτικά οι μειώσεις είναι και πάνω από 10%. Είχαμε πει ότι θα είναι πιο δύσκολοι οι καλοκαιρινοί μήνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα φτάσουμε στις τιμές που ακούγαμε πριν από ενάμιση, δύο χρόνια, αλλά έχουμε πει επίσης πάρα πολλές φορές ότι αν προκύψει ανάγκη στήριξης των πολιτών ή των επιχειρήσεων σε ενδεχόμενο υπέρμετρων αυξήσεων, το κράτος θα είναι εδώ. Δεν είμαστε σε αυτό το σημείο, νομίζω δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο, αλλά αν φανεί ότι υπάρχει τέτοιος κίνδυνος δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν αβοήθητο, είτε κάποιο νοικοκυριό είτε μια επιχείρηση. Αυτό είναι το δεδομένο. Παρακολουθούμε το θέμα, μετράμε μήνα-μήνα τα δεδομένα και τις τιμές και εξετάζουμε κάθε ενδεχόμενο» κατέληξε ο κ. Μαρινάκης.
Η εκρηκτική αύξηση των τιμών χονδρικής ρεύματος και κατά συνέπεια η νέα αύξηση στα τιμολόγια ρεύματος τον Αύγουστο έχει σημάνει «συναγερμό» στην Κυβέρνηση την ώρα μάλιστα που υπάρχει έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια με τις επιστροφές επιδοτήσεων ρεύματος από μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Με ορατό τον κίνδυνο τα νοικοκυριά να βρεθούν αντιμέτωποι από τον επόμενο μήνα με τιμολόγια σε επίπεδα προ του Ιανουαρίου και χωρίς επιδοτήσεις κινητοποίησε τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη που συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η επαναφορά του νόμου για τη φορολογία των ηλεκτροπαραγωγών, για το διάστημα από την 1η Ιουλίου μέχρι και τις 30 Σεπτεμβρίου αποτελεί ένα από τα πιθανά ενδεχόμενα που θα δώσουν τη δυνατότητα να στηθεί ένας «κουμπαράς», καθώς αν συνεχιστούν οι αυξήσεις θα επιστρέψει η ανάγκη επιδοτήσεων ρεύματος.
Στο επίκεντρο πάντως τίθενται οι μεγάλες ενδοημερήσιες αποκλίσεις στις τιμές, οι οποίες άλλωστε έχουν μπει και στο μικροσκόπιο της ΡΑΑΕΥ. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι χθες με τη μέση τιμή στα 191 ευρώ/MWh, η χαμηλότερη τιμή ήταν στα 60 ευρώ/MWh ενώ η ανώτατη τιμή της MWh ήταν τα 600,01 ευρώ στις 21:00 και στις 20.00 στα 600 ευρώ ανά MWh. Ενώ και σήμερα με τη μέση τιμή να έχει μειωθεί στα 176,33 ευρώ οι αποκλίσεις είναι μεγάλες με τη χαμηλότερη στα 53,12 ευρώ/MWh και την υψηλότερη στις 21.00 στα 650 ευρώ.
Το πρόβλημα πυροδότησαν οι υψηλές θερμοκρασίες και σειρά βλαβών στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στα δυτικά Βαλκάνια αλλά και την Κεντρική Ευρώπη. Σημαντικό ρόλο παίζει η μείωση της μεταφορικής ικανότητας μεταξύ της Ουγγαρίας και της υπόλοιπης Ευρώπης, αλλά και μεταξύ Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Επίσης την όλη κατάσταση έχει επιδεινώσει η καθυστέρηση στην επαναλειτουργία 1.000 MW από τον πυρηνικό σταθμό του Κοζλοντούι στη Βουλγαρία, η μείωση σε σχέση με το παρελθόν της παραγωγής από ανθρακικούς σταθμούς στην ευρύτερη περιοχή αλλά και τη μεταστροφή της Ουκρανίας από εξαγωγέα ενέργειας σε εισαγωγέα.
Όλα αυτά ισχύουν για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και προφανώς επηρεάζουν την ελληνική αγορά η οποία είναι διασυνδεδεμένη μέσω της Βουλγαρίας και εντάσσεται στο ντόμινο των υψηλών τιμών της περιοχής.
Και η ανησυχία στην κυβέρνηση ότι τον Αύγουστο η τιμή της κιλοβατώρας στο πράσινο τιμολόγιο θα ξεπεράσει τα 17 λεπτά φέρνει προ των πυλών το σχέδιο για επιδοτήσεις.
Όπως ανέφερε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, η Κυβέρνηση κοιτάει όλα τα δεδομένα και όλες τις παραμέτρους και ειδικά για το ζήτημα της ακρίβειας στο ρεύμα, της ενεργειακής κρίσης έχει λάβει και μέτρα που συναρτήσει του ΑΕΠ της Ελλάδας είναι τα πιο υποστηρικτικά για νοικοκυριά και επιχειρήσεις από οποιαδήποτε άλλη χώρα, αυτό δεν αμφισβητείται και λόγω του άλλου θέματος, το οποίο απάντησα και πριν προκύπτουν και τα συγκεκριμένα στοιχεία.
«Από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο λέμε και το έχουμε παραθέσει με στοιχεία, είναι ότι τους τελευταίους μήνες οι τιμές ρεύματος σε σχέση με τον Δεκέμβριο του ΄23 ή τον Ιανουάριο του ΄24 που ξεκίνησε αυτή η νέα πολιτική των πολύχρωμων τιμολογίων, φαίνεται ότι έχουμε φτάσει στα επίπεδα πριν από την έναρξη εφαρμογής και μάλιστα συγκριτικά οι μειώσεις είναι και πάνω από 10%. Είχαμε πει ότι θα είναι πιο δύσκολοι οι καλοκαιρινοί μήνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα φτάσουμε στις τιμές που ακούγαμε πριν από ενάμιση, δύο χρόνια, αλλά έχουμε πει επίσης πάρα πολλές φορές ότι αν προκύψει ανάγκη στήριξης των πολιτών ή των επιχειρήσεων σε ενδεχόμενο υπέρμετρων αυξήσεων, το κράτος θα είναι εδώ. Δεν είμαστε σε αυτό το σημείο, νομίζω δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο, αλλά αν φανεί ότι υπάρχει τέτοιος κίνδυνος δεν πρόκειται να αφήσουμε κανέναν αβοήθητο, είτε κάποιο νοικοκυριό είτε μια επιχείρηση. Αυτό είναι το δεδομένο. Παρακολουθούμε το θέμα, μετράμε μήνα-μήνα τα δεδομένα και τις τιμές και εξετάζουμε κάθε ενδεχόμενο» κατέληξε ο κ. Μαρινάκης.